δουρας

δουρας
    δοῦρας
    τό Anth. = δόρυ См. δορυ

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "δουρας" в других словарях:

  • Δούρας, Γεώργιος — (Αλεξάνδρεια Αιγύπτου 1895 – Αθήνα 1965). Ποιητής. Σπούδασε στη νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ασχολήθηκε με την ποίηση από τα φοιτητικά του χρόνια. Τα ποιήματά του ήταν βαθύτατα θρησκευτικά και ανθρωπιστικά και αντλούσαν το περιεχόμενό… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»